συνηγορικός ADV

Count: 1

ShortDef

of or for a συνήγορος, advocate

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (συνηγορικός)
LSJ (συνηγορικός)
Middle Liddell (συνηγορικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

Συνηγορικός (ADJ) 1
συνηγορικός (ADJ) 3

Form List

form parse count
συνηγορικῶς INDECL 1