διαζευκτικός ADJ

Count: 44

ShortDef

disjunctive

Dictionaries

LSJ (διαζευκτικός)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

διαζευκτικός (ADV) 2
διαζευκτικός (NOUN) 1

Form List

form parse count
διαζευκτικὸς NOM.SG MASC 5
διαζευκτικός NOM.SG MASC 3
διαζευκτικὸν ACC.SG MASC 3
διαζευκτικόν ACC.SG MASC 1
διαζευκτικοῦ GEN.SG MASC 1
διαζευκτικοὶ NOM.PL MASC 6
διαζευκτικοί NOM.PL MASC 3
διαζευκτικοὺς ACC.PL MASC 1
διαζευκτικῶν GEN.PL MASC 1
διαζευκτικῆς GEN.SG FEM 2
διαζευκτικόν NOM.SG NEUT 2
διαζευκτικὸν NOM.SG NEUT 2
διαζευκτικόν ACC.SG NEUT 1
διαζευκτικοῦ GEN.SG NEUT 4
διαζευκτικῷ DAT.SG NEUT 4
διαζευκτικά NOM.PL NEUT 1
διαζευκτικῶν GEN.PL NEUT 3
διαζευκτικοῖς DAT.PL NEUT 1