πολυθρύλητος ADJ

Count: 42

ShortDef

much-spoken-of, well known, notorious

Dictionaries

LSJ (πολυθρύλητος)
Middle Liddell (πολυθρύλητος)

Other Lemmas (only diacritic or part-of-speech differences)

πολυθρύλητος (ADV) 1

Form List

form parse count
πολυθρύλητος NOM.SG MASC 1
πολυθρύλητον ACC.SG MASC 4
πολυθρυλήτους ACC.PL MASC 1
πολυθρύλητος NOM.SG FEM 2
πολυθρύλητον ACC.SG FEM 3
πολυθρυλήτου GEN.SG FEM 5
πολυθρύλητοι NOM.PL FEM 2
πολυθρυλήτους ACC.PL FEM 3
πολυθρυλήτων GEN.PL FEM 1
πολυθρυλήτοις DAT.PL FEM 3
πολυθρύλητον NOM.SG NEUT 7
πολυθρύλητον ACC.SG NEUT 3
πολυθρυλήτῳ DAT.SG NEUT 3
πολυθρύλητα NOM.PL NEUT 1
πολυθρύλητα ACC.PL NEUT 3