προκάλυμμα NOUN

Count: 33

ShortDef

anything put before, a curtain

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (προκάλυμμα)
LSJ (προκάλυμμα)
Lexicon Thucydideum (προκάλυμμα)

Form List

form parse count
προκάλυμμα NOM.SG NEUT 5
προκάλυμμα ACC.SG NEUT 13
προκαλύμματος GEN.SG NEUT 1
προκαλύμματα NOM.PL NEUT 3
προκαλύμματα ACC.PL NEUT 7
προκαλυμμάτων GEN.PL NEUT 2
προκαλύμμασι DAT.PL NEUT 1
προκαλύμμασιν DAT.PL NEUT 1