συμφοιτητής NOUN

Count: 37

ShortDef

a school-fellow

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (συμφοιτητής)
LSJ (συμφοιτητής)
Middle Liddell (συμφοιτητής)

Form List

form parse count
συμφοιτητὴς NOM.SG MASC 5
συμφοιτητής NOM.SG MASC 1
συμφοιτητήν ACC.SG MASC 1
συμφοιτητὴν ACC.SG MASC 1
συμφοιτητοῦ GEN.SG MASC 5
συμφοιτητῇ DAT.SG MASC 3
συμφοιτηταί NOM.PL MASC 2
συμφοιτηταὶ NOM.PL MASC 2
συμφοιτητὰς ACC.PL MASC 3
συμφοιτητάς ACC.PL MASC 1
συμφοιτητῶν GEN.PL MASC 10
συμφοιτηταῖς DAT.PL MASC 3