διαμερισμός NOUN

Count: 10

ShortDef

division, dissension

Dictionaries

Cambridge Greek Lexicon (διαμερισμός)
LSJ (διαμερισμός)

Form List

form parse count
διαμερισμός NOM.SG MASC 1
διαμερισμὸς NOM.SG MASC 1
διαμερισμὸν ACC.SG MASC 4
διαμερισμόν ACC.SG MASC 1
διαμερισμοῦ GEN.SG MASC 1
διαμερισμῷ DAT.SG MASC 1
διαμερισμοὶ NOM.PL MASC 1