μεταχαρακτηρισμὸς

Count: 1

NOM.SG MASC μεταχαρακτηρισμός NOUN change of form

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

μεταχαρακτηρισμός NOM.SG MASC μεταχαρακτηρισμός NOUN 1