καταπληκτικὸς
Count: 1
NOM.SG MASC | καταπληκτικός | ADJ | striking, astonishing |
Occurrences
Occurences coming soon.
Other Forms With Same Analysis
καταπληκτικός | NOM.SG MASC | καταπληκτικός | ADJ | 4 |
---|
Count: 1
NOM.SG MASC | καταπληκτικός | ADJ | striking, astonishing |
καταπληκτικός | NOM.SG MASC | καταπληκτικός | ADJ | 4 |
---|