καταμηνίοισι

Count: 6

DAT.PL NEUT καταμήνιος ADJ monthly; (subst.) menses, menstruation

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

καταμηνίοις DAT.PL NEUT καταμήνιος ADJ 8
καταμηνίοισιν DAT.PL NEUT καταμήνιος ADJ 1