στεγανοπόδων

Count: 2

GEN.PL MASC στεγανόπους ADJ web-footed

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

στεγανοπόδων GEN.PL MASC στεγανόπους NOUN 1
στεγανοπόδων GEN.PL NEUT στεγανόπους NOUN 2