περιεκτικόν

Count: 2

NOM.SG NEUT περιεκτικόν NOUN

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

περιεκτικόν ACC.SG MASC περιεκτικός ADJ 4
περιεκτικόν ACC.SG NEUT περιεκτικός ADJ 2

Other Forms With Same Analysis

περιεκτικὸν NOM.SG NEUT περιεκτικόν NOUN 1