μονοκέρωτος

Count: 1

NOM.SG MASC μονοκέρωτος NOUN

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

μονοκέρωτος GEN.SG FEM μονοκέρως ADJ 1
μονοκέρωτος NOM.SG FEM μονοκέρως ADJ 4
μονοκέρωτος GEN.SG MASC μονοκέρως ADJ 2
μονοκέρωτος NOM.SG MASC μονοκέρως ADJ 1