βουπρήστεις

Count: 2

NOM.PL MASC βουπρήστεις NOUN

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

βουπρήστεις ACC.PL FEM βουπρήδιες ADJ 1
βουπρήστεις ACC.PL MASC βουπρῆστις ADJ 1
βουπρήστεις ACC.PL FEM βουπρῆστις NOUN 1
βουπρήστεις NOM.PL FEM βουπρῆστις NOUN 1
βουπρήστεις ACC.PL MASC βουπρήστεις NOUN 1