γυμναστικόν

Count: 4

ACC.SG NEUT γυμναστικός ADJ fond of athletic exercises, skilled in them

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

γυμναστικόν ACC.SG MASC γυμναστικός ADJ 1
γυμναστικόν NOM.SG NEUT γυμναστικός ADJ 1