ἀκερσεκόμης

Count: 1

GEN.SG FEM ἀκερσεκόμης NOUN

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ἀκερσεκόμης NOM.SG MASC ἀκερσεκόμης NOUN 3
ἀκερσεκόμης PRES ACT 2SG IND ἀκερσεκόμης VERB 2
ἀκερσεκόμης PRF ACT ACC.PL FEM PTCP ἀκερσεκόμης VERB 1
ἀκερσεκόμης AOR PASS 2SG IND ἀκερσεκόμης VERB 1
ἀκερσεκόμης GEN.SG FEM ἀκερσεκόμης NOUN 1