συναπτικοὶ

Count: 4

NOM.PL MASC συναπτικός ADJ capable of adjusting

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

συναπτικοὶ NOM.PL MASC συναπτικός NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

συναπτικοί NOM.PL MASC συναπτικός ADJ 3