κατάπλεων

Count: 1

GEN.PL NEUT κατάπλεος ADJ quite full

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

κατάπλεων ACC.SG FEM κατάπλεος ADJ 2
κατάπλεων NOM.SG FEM κατάπλεος ADJ 1
κατάπλεων ACC.SG MASC κατάπλεος ADJ 1
κατάπλεων NOM.SG MASC κατάπλεος ADJ 1
κατάπλεων GEN.PL NEUT κατάπλεος NOUN 1