καταλαμ

Count: 1

PRES ACT NOM.PL MASC PTCP καταλαμβάνω VERB to seize upon, lay hold of

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

καταλαμ PRES ACT 3SG IND καταλαμβάνω VERB 2
καταλαμ ACC.SG NEUT καταλαμβάνω NOUN 1
καταλαμ AOR ACT ACC.SG NEUT PTCP καταλαμβάνω VERB 1
καταλαμ PRES MID 3PL OPT καταλαμβάνω VERB 1
καταλαμ GEN.PL FEM καταλαμβάνω NOUN 1
καταλαμ AOR ACT ACC.SG MASC PTCP καταλαμβάνω VERB 1

Other Forms With Same Analysis

καταλαμβάνοντες PRES ACT NOM.PL MASC PTCP καταλαμβάνω VERB 47
καταλαμβάνοντεϲ PRES ACT NOM.PL MASC PTCP καταλαμβάνω VERB 2
καταλαμβάνοντές PRES ACT NOM.PL MASC PTCP καταλαμβάνω VERB 1
καταλαμβά PRES ACT NOM.PL MASC PTCP καταλαμβάνω VERB 1