διεστός

Count: 1

NOM.SG MASC διίστημι NOUN

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

διεστός PRF ACT NOM.SG NEUT PTCP διίστημι VERB 1

Other Forms With Same Analysis

Διεστὼς NOM.SG MASC διίστημι NOUN 1
Διιϲτάϲ NOM.SG MASC διίστημι NOUN 1
Διέϲτηϲ NOM.SG MASC διίστημι NOUN 1