συκοφαντία

Count: 1

NOM.PL NEUT συκοφαντία ADJ vexatious or dishonest prosecution

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

συκοφαντία NOM.SG FEM συκοφαντία NOUN 31
συκοφαντία ACC.SG MASC συκοφαντία NOUN 2
συκοφαντία NOM.PL NEUT συκοφαντία NOUN 1
συκοφαντία ACC.PL NEUT συκοφαντία ADJ 1