δικαιώματὰ

Count: 1

ACC.PL NEUT δικαίωμα NOUN an act by which wrong is set right

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

δικαιώματα ACC.PL NEUT δικαίωμα NOUN 174
δικαιώματά ACC.PL NEUT δικαίωμα NOUN 112
δικαιωτήρια ACC.PL NEUT δικαίωμα NOUN 19
Δικαιώματα ACC.PL NEUT δικαίωμα NOUN 2
δικαιῶματά ACC.PL NEUT δικαίωμα NOUN 1
δικαιάματά ACC.PL NEUT δικαίωμα NOUN 1
δικαιώματαά ACC.PL NEUT δικαίωμα NOUN 1
δικαιωματα ACC.PL NEUT δικαίωμα NOUN 1