τοπικὸν

Count: 1

NOM.SG NEUT τοπικός NOUN local; concerning common-places (τόποι)

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

τοπικὸν NOM.SG NEUT τοπικός ADJ 54
τοπικὸν ACC.SG NEUT τοπικός ADJ 36
τοπικὸν ACC.SG MASC τοπικός ADJ 6
τοπικὸν ACC.SG NEUT τοπικός NOUN 1
τοπικὸν VOC.SG NEUT τοπικός ADJ 1