τρικάρηνον

Count: 1

ACC.SG MASC τρικάρηνος NOUN three-headed

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

τρικάρηνον ACC.SG MASC τρικάρηνος ADJ 1
τρικάρηνον NOM.SG NEUT τρικάρηνος ADJ 1
τρικάρηνον ACC.SG FEM τρικάρηνος ADJ 1