δάκτυλος

Count: 1

NOM.SG FEM δάκτυλος NOUN a finger

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

δάκτυλος NOM.SG MASC δάκτυλος NOUN 136
δάκτυλος NOM.SG MASC δάκτυλος ADJ 6
δάκτυλος NOM.SG FEM δάκτυλος ADJ 2

Other Forms With Same Analysis

δακτύλων NOM.SG FEM δάκτυλος NOUN 2
δάκτυλοϲ NOM.SG FEM δάκτυλος NOUN 2