φορτικόν

Count: 1

NOM.SG NEUT φορτικός NOUN coarse, vulgar, tiresome

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

φορτικόν NOM.SG NEUT φορτικός ADJ 16
φορτικόν ACC.SG NEUT φορτικός ADJ 8
φορτικόν ACC.SG MASC φορτικός ADJ 3
φορτικόν ACC.SG NEUT φορτικός NOUN 3
φορτικόν ACC.SG FEM φορτικός ADJ 1