Δωρικά

Count: 1

VOC.SG MASC δωρικός NOUN Doric

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

Δωρικά NOM.SG FEM δωρικός NOUN 1
Δωρικά NOM.PL NEUT δωρικός NOUN 1
Δωρικά ACC.PL NEUT δωρικός NOUN 1
Δωρικά GEN.SG MASC δωρικός NOUN 1