Περιττότης

Count: 1

NOM.SG MASC περισσότης NOUN superfluity, excess

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

περιττότης NOM.SG MASC περισσότης NOUN 2
περιττότητος NOM.SG MASC περισσότης NOUN 1
περισσότης NOM.SG MASC περισσότης NOUN 1