Δσύμμετρός

Count: 1

NOM.SG MASC σύμμετρος NOUN commensurate with

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

σύμμετρός NOM.SG MASC σύμμετρος NOUN 4
σύμμετρος NOM.SG MASC σύμμετρος NOUN 3
ξυμμέτρως NOM.SG MASC σύμμετρος NOUN 1