δαιμονιώδους

Count: 1

ACC.PL FEM δαιμονιώδης ADJ demoniacal, devilish

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

δαιμονιώδους GEN.SG FEM δαιμονιώδης ADJ 5
δαιμονιώδους GEN.SG MASC δαιμονιώδης ADJ 1
δαιμονιώδους GEN.SG MASC δαιμονιώδης NOUN 1
δαιμονιώδους GEN.SG FEM δαιμονιώδης NOUN 1
δαιμονιώδους GEN.SG NEUT δαιμονιώδης ADJ 1

Other Forms With Same Analysis

δαιμονιώδεις ACC.PL FEM δαιμονιώδης ADJ 2