κάνθαρος

Count: 1

GEN.SG FEM κάνθαρος NOUN a beetle, a Naxian boat

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

κάνθαρος NOM.SG MASC κάνθαρος NOUN 39
κάνθαρος NOM.SG NEUT κάνθαρος NOUN 1
κάνθαρος NOM.SG MASC κάνθαρος ADJ 1

Other Forms With Same Analysis

κάνθαρός GEN.SG FEM κάνθαρος NOUN 1
κανθάρεως GEN.SG FEM κάνθαρος NOUN 1