Ϲτεφανοπώλιϲιν

Count: 1

DAT.PL FEM στεφανοπώλις NOUN

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

Ϲτεφανοπώλιϲιν DAT.PL MASC στεφανοπώλις NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

Στεφανοπώλισιν DAT.PL FEM στεφανοπώλις NOUN 3
Στεφανοπώλισι DAT.PL FEM στεφανοπώλις NOUN 1
στεφανοπώλισιν DAT.PL FEM στεφανοπώλις NOUN 1