ἠπεροπευτὴϲ

Count: 1

NOM.SG MASC ἠπεροπευτής NOUN

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

ἠπεροπευτήϲ NOM.SG MASC ἠπεροπευτής NOUN 2
ἠπεροπευτὴς NOM.SG MASC ἠπεροπευτής NOUN 1
ἠπεροπευτής NOM.SG MASC ἠπεροπευτής NOUN 1
ἠπεροπευτάς NOM.SG MASC ἠπεροπευτής NOUN 1