παραθαλάϲϲιοϲ

Count: 1

NOM.SG MASC παραθαλάσσιος NOUN beside the sea, lying on the sea-side, maritime

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

παραθαλάϲϲιοϲ NOM.SG FEM παραθαλάσσιος NOUN 1
παραθαλάϲϲιοϲ PRES ACT 2SG IND παραθαλάσσιος VERB 1
παραθαλάϲϲιοϲ AOR ACT NOM.SG MASC PTCP παραθαλάσσιος VERB 1
παραθαλάϲϲιοϲ NOM.SG παραθαλάσσιος NOUN 1