λεπτὴν

Count: 1

INDECL λεπτός ADV (husked, threshed) fine, thin, delicate, subtle

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

λεπτὴν ACC.SG FEM λεπτός ADJ 155

Other Forms With Same Analysis

λεπτῶς INDECL λεπτός ADV 95
λεπτοῦ INDECL λεπτός ADV 4
λεπτῇ INDECL λεπτός ADV 2
λεπτῶϲ INDECL λεπτός ADV 2
βοαχὺ INDECL λεπτός ADV 1
λεπτοτάτως INDECL λεπτός ADV 1
λεπτὸν INDECL λεπτός ADV 1
λεπτοῖϲ INDECL λεπτός ADV 1
σχρὰν INDECL λεπτός ADV 1