πτολίπορθος

Count: 1

NOM.SG MASC πτολίπορθος NOUN sacking cities

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

πτολίπορθος NOM.SG MASC πτολίπορθος ADJ 14
πτολίπορθος NOM.SG FEM πτολίπορθος ADJ 2
πτολίπορθος ACC.SG NEUT πτολίπορθος NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

Πτολίπορθοϲ NOM.SG MASC πτολίπορθος NOUN 1
πτολίπορθοϲ NOM.SG MASC πτολίπορθος NOUN 1
Πτολαρίων NOM.SG MASC πτολίπορθος NOUN 1