πολυδειράδος

Count: 1

ACC.SG NEUT πολυδειράς NOUN with many ridges
many-necked

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

πολυδειράδος GEN.SG MASC πολυδειράς ADJ 6
πολυδειράδος NOM.SG MASC πολυδειράς NOUN 2
πολυδειράδος GEN.SG FEM πολυδειράς NOUN 2
πολυδειράδος GEN.SG FEM πολυδειράς ADJ 1