ἀποστάται

Count: 1

PRES MID 3SG SBJV ἀποστάτης VERB a runaway slave: a deserter, rebel

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ἀποστάται NOM.PL MASC ἀποστάτης NOUN 24
ἀποστάται PRES MID 3PL IND ἀποστάτης VERB 3
ἀποστάται PRF MID 3SG IND ἀποστάτης VERB 3
ἀποστάται PRES MID 3SG IND ἀποστάτης VERB 3
ἀποστάται PRF ACT 1PL IND ἀποστάτης VERB 1
ἀποστάται VOC.PL MASC ἀποστάτης NOUN 1