συνίστησίν

Count: 1

PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB to set together, combine, associate, unite, band together

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Forms With Same Analysis

συνίστησι PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 162
συνίστησιν PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 135
ξυνίστησι PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 4
συνεστήκει PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 2
συνίστα PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 2
συγκεῖ PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1
συνίστησί PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1
Συνίστησι PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1
ξυνίστησιν PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1
συνέστη PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1
ϲυνιϲτᾷ PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1
συνιστάνει PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1
Συνίστησιν PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1
ξυνειστήκει PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1
συνίστατι PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1
συστή PRES ACT 3SG IND συνίστημι VERB 1