συκαμίνων

Count: 1

NOM.SG MASC συκάμινος NOUN the mulberry-tree

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

συκαμίνων GEN.PL MASC συκάμινος NOUN 16
συκαμίνων GEN.PL NEUT συκάμινος NOUN 8
συκαμίνων GEN.PL FEM συκάμινος NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

συκάμινος NOM.SG MASC συκάμινος NOUN 3
Συκάμινος NOM.SG MASC συκάμινος NOUN 1