καθαρ

Count: 1

NOM.SG MASC καθαρός ADJ clear of dirt, clean, spotless, unsoiled

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

καθαρ INDECL καθαρός ADV 2
καθαρ DAT.SG NEUT καθαρός ADJ 1
καθαρ DAT.SG MASC καθαρός ADJ 1
καθαρ NOM.SG FEM καθαρός ADJ 1

Other Forms With Same Analysis

καθαρὸς NOM.SG MASC καθαρός ADJ 409
καθαρός NOM.SG MASC καθαρός ADJ 109
καθαρόϲ NOM.SG MASC καθαρός ADJ 11
καθαρὸϲ NOM.SG MASC καθαρός ADJ 6
Καθαρός NOM.SG MASC καθαρός ADJ 6
καθαρώτερός NOM.SG MASC καθαρός ADJ 1
Καθαρὸς NOM.SG MASC καθαρός ADJ 1
καθαρὺϲ NOM.SG MASC καθαρός ADJ 1