διαιρετά

Count: 1

ACC.SG MASC διαιρετός NOUN divided, separated

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

διαιρετά NOM.PL NEUT διαιρετός ADJ 61
διαιρετά ACC.PL NEUT διαιρετός ADJ 41
διαιρετά PRES MID 3SG IND διαιρετός VERB 3
διαιρετά IMPRF ACT 3SG IND διαιρετός VERB 3
διαιρετά ACC.PL NEUT διαιρετός NOUN 2
διαιρετά PRES ACT 2SG IMP διαιρετός VERB 2
διαιρετά PRES ACT 3PL IND διαιρετός VERB 1
διαιρετά PRES ACT 3SG IND διαιρετός VERB 1
διαιρετά PRF ACT 1SG IND διαιρετός VERB 1

Other Forms With Same Analysis

διαιρετὸν ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 51
διαιρετόν ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 13
διαιρετὰ ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 8
διαἱρετήν ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 1
Διαιρετὸν ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 1
διαιρετήν ACC.SG MASC διαιρετός NOUN 1