ἀκίνητός

Count: 1

NOM.SG FEM ἀκίνητος NOUN unmoved, motionless

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ἀκίνητός NOM.SG FEM ἀκίνητος ADJ 22
ἀκίνητός NOM.SG MASC ἀκίνητος ADJ 18
ἀκίνητός NOM.SG MASC ἀκίνητος NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

ἀκίνητος NOM.SG FEM ἀκίνητος NOUN 6
ἀκίνητα NOM.SG FEM ἀκίνητος NOUN 5
ἀκίνητά NOM.SG FEM ἀκίνητος NOUN 1