ἐπουράνια

Count: 1

NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ heavenly, of or in heaven, dwelling in heaven

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ἐπουράνια ACC.PL NEUT οὐράνιος ADJ 61
ἐπουράνια NOM.PL NEUT οὐράνιος ADJ 26
ἐπουράνια ACC.PL NEUT οὐράνιος NOUN 5
ἐπουράνια NOM.SG FEM οὐράνιος NOUN 3
ἐπουράνια NOM.PL NEUT οὐράνιος NOUN 2

Other Forms With Same Analysis

οὐρανία NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 30
οὐράνιος NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 19
Οὐρανία NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 4
οὐράνιός NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 1
οὺρανία NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 1
ράνια NOM.SG FEM οὐράνιος ADJ 1