δολόμητις

Count: 1

NOM.SG MASC δολομήτης ADJ crafty of counsel, wily

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

δολόμητις NOM.SG FEM δολομήτης NOUN 5
δολόμητις NOM.SG MASC δολομήτης NOUN 4
δολόμητις NOM.SG FEM δολομήτης ADJ 3
δολόμητις NOM.SG δολομήτης NOUN 1