ὑποσαρκίδιος

Count: 1

NOM.SG MASC ὑποσαρκίδιος ADJ under the flesh

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

ὑποσαρκίδιος NOM.SG MASC ὑποσαρκίδιος NOUN 2
ὑποσαρκίδιος PRF ACT NOM.SG NEUT PTCP ὑποσαρκίδιος VERB 1
ὑποσαρκίδιος NOM.SG FEM ὑποσαρκίδιος ADJ 1