Ὀλυμπιονίκας

Count: 1

GEN.SG FEM ὀλυμπιονίκας NOUN Olympic victor

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

Ὀλυμπιονίκας ACC.PL MASC ὀλυμπιονίκας NOUN 15
Ὀλυμπιονίκας ACC.PL FEM ὀλυμπιονίκας NOUN 1
Ὀλυμπιονίκας NOM.SG MASC ὀλυμπιονίκας NOUN 1