προαιρετόν

Count: 1

NOM.SG NEUT προαιρετός PRONOUN deliberately chosen, purposed

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

προαιρετόν NOM.SG NEUT προαιρετός ADJ 14
προαιρετόν PRES ACT NOM.SG NEUT PTCP προαιρετός VERB 2
προαιρετόν ACC.SG NEUT προαιρετός ADJ 2
προαιρετόν PRES ACT ACC.SG NEUT PTCP προαιρετός VERB 1
προαιρετόν PRES MID 3SG IND προαιρετός VERB 1