κράτιστον

Count: 1

ACC.SG MASC κράτιστος NOUN strongest, mightiest

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

κράτιστον SUP NOM.SG NEUT κράτιστος ADJ 166
κράτιστον ACC.SG NEUT κράτιστος ADJ 114
κράτιστον NOM.SG NEUT κράτιστος ADJ 68
κράτιστον SUP ACC.SG MASC κράτιστος ADJ 45
κράτιστον SUP ACC.SG NEUT κράτιστος ADJ 41
κράτιστον ACC.SG MASC κράτιστος ADJ 37
κράτιστον ACC.SG FEM κράτιστος ADJ 2
κράτιστον VOC.SG NEUT κράτιστος ADJ 1

Other Forms With Same Analysis

Κράτιστον ACC.SG MASC κράτιστος NOUN 4