σαρκικός

Count: 1

NOM.SG FEM σαρκικός ADJ fleshly, sensual

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

σαρκικός NOM.SG MASC σαρκικός ADJ 10
σαρκικός NOM.SG MASC σαρκικός NOUN 5
σαρκικός GEN.SG FEM σαρκικός NOUN 2

Other Forms With Same Analysis

σαρκικὴ NOM.SG FEM σαρκικός ADJ 7
σαρκική NOM.SG FEM σαρκικός ADJ 2