θεολογική

Count: 1

NOM.PL NEUT θεολογικός ADJ theological

Occurrences

Occurences coming soon.

Other Interpretations

θεολογική NOM.SG FEM θεολογικός ADJ 7
θεολογική NOM.SG FEM θεολογικός NOUN 1

Other Forms With Same Analysis

θεολογικὰ NOM.PL NEUT θεολογικός ADJ 5
θεολογικά NOM.PL NEUT θεολογικός ADJ 3
θεολοτγικὰ NOM.PL NEUT θεολογικός ADJ 1